Αρχαιολογικοί Χώροι στην Τήνο

Υποστηρίζεται, τα τελευταία χρόνια, ότι το όνομα του νησιού είναι προελληνικό. Όμως υπάρχουν κι άλλες εκδοχές για την ονομασία Τήνος, όπως εκείνη σύμφωνα με την οποία προέρχεται από το όνομα του πρώτου οικιστού της και η άλλη, κατά την οποία παράγεται από το φοινικικό «tannoth», που σημαίνει φίδι, λόγω του πλήθους των φιδιών που υπήρχαν στο νησί, αλλά και εξακολουθούν να υπάρχουν (οχιές, λαφίτες, αμπελούσες κ.ά.) πολλές παραδόσεις σχετίζονται με τα φίδια και άλλες ονομασίες της στην αρχαιότητα ήταν «Οφιούσα» και «Υδρούσα», η δεύτερη κατ’ άλλους για την αφθονία των υδάτων της.

Τα αρχαιότερα ευρήματα αρχίζουν από τη μυκηναϊκή εποχή και είναι θολωτός μυκηναϊκός τάφος που βρέθηκε τυχαία προ μερικών ετών στη θέση Αγία Θέκλα Πανόρμου και γεωμετρικός τάφος στην ίδια περιοχή. Από τη γεωμετρική εποχή και μετά, τα στοιχεία πληθαίνουν.
Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για 50 τουλάχιστον τοποθεσίες της, ότι είναι χώροι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Ιστορικό κέντρο του νησιού από τη γεωμετρική εποχή μέχρι τον 5ο π.Χ. αιώνα και από την εποχή των Γκιζών μέχρι την κατάληψη του από τους Τούρκους ήταν η ευρύτερη περιοχή του Ξώμπουργου.

Ξώμπουργο. Ονομάζεται σήμερα το βραχώδες βουνό (υψόμετρο 540μ.) στο κέντρο του ανατολικού τμήματος της Τήνου, του οποίου το ανώτερο τμήμα είναι εκ φύσεως απρόσβλητο, γιατί είναι απόκρημνο από τις τρεις πλευρές.
Εδώ ήταν κτισμένη η ακρόπολη, νότια από την οποία αναπτύχθηκε η γεωμετρική – αρχαϊκή καθώς και η κλασσική πόλη μέχρι τον 5ο π.Χ. αιώνα και αργότερα το ενετικό Burgo. Οι ανασκαφές του πραγματοποίησε ο καθηγητής Νικ. Κοντολέων προ μερικών δεκαετιών έδειξαν, ότι στις νότιες και νοτιοδυτικές υπώρειες του βράχου, στις αγροτικές περιφέρειες του Τριπόταμου και της Ξινάρας, εκτείνετο περιτειχισμένη πολιτεία, που αποτελούσε πιθανώς οικισμό μιας των 12 φυλών του νησιού, ενώ γεωμετρικούς τάφους συναντάμε μέχρι την περιοχή του Κτικάδου. Οι Ενετοί εξάλλου εγκατέστησαν το διοικητικό και αμυντικό τους κέντρο ακριβώς από κάτω από την απότομη κορυφή του βράχου. Στους νότιους πρόποδες του βουνού υπάρχουν τα ερείπια του Θεσμορφορίου της Δήμητρας (8ος π.Χ. αιών).
Την ονομασία Ξώμπουργο ή Εξώμβουργο πήρε με την έναρξη της Ενετοκρατίας από την ιταλική λέξη Sobborgo, που σημαίνει οικισμός γειτονικός στην πόλη, δηλαδή την οχυρωμένη πολιτεία. Το εσωτερικό κάστρο επί Ενετοκρατίας καλείτο Φρούριο Αγίας Ελένης και πήρε το όνομα αυτό από την ομώνυμη εκκλησία, που ήταν τότε κοντά στην κορυφή. Από το προάστειο του φρουρίου, το Sobborgo, δόθηκε και στο βράχο η ονομασία Ξώμπουργο. Το Ξώμπουργο δηλαδή ήταν μια συνοικία έξω από τα τείχη του Κάστρου. Κατ’ άλλη εκδοχή η ονομασία προέρχεται από τη λέξη Χρυσόμβουργο (Χσόμπουργο= Ξώμπουργο) λόγω της λαμπρότητος και του πλούτου των αρχόντων που έμεναν εκεί ή γιατί όλη η επιφάνεια του βουνού χρυσίζει με τις ακτίνες του ήλιου κατά την ανατολή και κατά τη δύση. Οι Ενετοί οχύρωσαν την περιοχή, έκτισαν αποθήκες, δεξαμενές νερού, πύργους, προπύργια κ.λ.π. και κατέστησαν το κάστρο, χάρη και στο φυσικά απόκρημνο της τοποθεσίας, ένα πανίσχυρο φρούριο που μπόρεσε να αντέξει για αιώνες σεις επιθέσεις των Οθωμανών και των κουρσάρων. Σήμερα μέσα στην ενετική πόλη διακρίνονται μόνο τα ερείπια του πρώτου καθεδρικού καθολικού ναού, του επισκοπικού μεγάρου και μερικών άλλων κτιρίων, ενώ στην απόκρημνη κορυφή του βουνού έχει τοποθετηθεί μεγάλος μαρμάρινος σταυρός που φωτίζεται τη νύχτα.

Τον 6ο π.Χ. αιώνα η Τήνος ήταν υποτελής στην Ερέτρια. Όταν οι Αθηναίοι επεξέτειναν την κυριαρχία τους στα νησιά (μετά το 664 π.Χ.), η Τήνος, επί εποχής του τυράννου των Αθηναίων Πεισίστρατου, απέκτησε το ονομασθέν «Πεισιστράτιο Υδραγωγείο» (κτίσθηκε το 549-542 π.Χ.), έργο σπουδαίο, από το οποίο υδρεύετο η σημερινή πόλη μέχρι το 1934. το Υδραγωγείο άρχιζε στη θέση Ληνοπή.

Κλασσική περίοδος
Κατά ον 5ο π.Χ. αιώνα, η πόλη (το «άστυ») μεταφέρεται πλησιέστερα στη θάλασσα, στη θέση της σημερινής Χώρας, και οι σχέσεις της με τα άλλα νησιά και την υπόλοιπη Ελλάδα είναι αξιόλογες. Κατ΄την περίοδο 3ος αι. π.Χ. – 3ος αι. μ.Χ., ακμάζει το Ιερό του Ποσειδώνος και της Αμφιτρίτης, που λατρεύοντο ιδιαίτερα στην Τήνο, στην παραλιακή τοποθεσία των Κιονίων, δυτικά της σημερινής πόλεως. Ο ναός ήταν κατά τον Στράβωνα «θέας άξιος».
Το Ιερό του Ποσειδώνος και της Αμφιτρίτης. Κατά την προχριστιανική εποχή, στο νησί λατρεύοντο κυρίως ο Διόνυσος και ο Ποσειδών.
Το Ιερό του Ποσειδώνος, θεού της θάλασσας, είχε κτισθεί, όπως προαναφέρεται, σε απόσταση 2,5 χλμ. περίπου δυτικά της σημερινής πόλεως, στην παραλιακή τοποθεσία Κιόνια.
Στη θέση αυτή έγιναν ανασκαφές από τους Βέλγους αρχαιολόγους. Η Demoulin το 1902 και P. Graindor το 1905, οι οποίες έφεραν στο φως το ιερό καταστραμμένο, τα προπύλαια αυτού, το βωμό, βάσεις αγαλμάτων, υδραγωγεία και λουτρά κ.λ.π.
Ο ακριβής χρόνος ιδρύσεως του ιερού είναι άγνωστος και τα μέχρι σήμερα ευρήματα των ανασκαφών δεν ανάγονται σε χρόνους προγενέστερους του 5ου π.Χ. αιώνος. Χάρη στη λατρεία του Ποσειδώνος η Τήνος είχε καταστεί σημαντικό θρησκευτικό κέντρο σύγχρονο εκείνου της Δήλου, και πολλοί προσκυνητές, αφού λούζοντο και καθαρίζοντο στην Τήνο, συνέχιζαν το ταξίδι τους στο νησί του Απόλλωνος. Τα Ποσειδώνια ή Ποσίδεια ήταν θρησκευτικές πανηγύρεις που γίνοντο προς τιμή του Ποσειδώνος, τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο.
Κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα, γίνεται ανακατασκευή και επέκταση του Ιερού και καθιερώνεται και η λατρεία της Αμφιτρίτης, συζύγου του Ποσειδώνος, ενώ η φήμη του εξαπλώνεται σ’ όλη την Ελλάδα, την Κάτω Ιταλία και τα παράλια της Μικράς Ασίας και της Αφρικής. Ορισμένες μάλιστα πόλεις αναγνώρισαν σ’ αυτό το δικαίωμα του απαραβίαστου ασύλου όσων καταδιώκοντο.
Το Ιερό είχε αποκτήσει μεγάλη ακμή και κατά την περίοδο 200-146 π.Χ. και διατηρήθηκε σε λειτουργία μέχρι τις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνος, οπότε, με την επικράτηση του χριστιανισμού στο νησί, καταστράφηκε.
Ο Ποσειδών λατρεύετο στην Τήνο κυρίως ως μεγάλος ιατρός, ενώ η Αμφιτρίτη θεωρείτο ότι θεράπευε τις γυναίκες, που δεν τεκνοποιούσαν.
Πολλά ευρήματα των ανασκαφών των Κιονίων εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλεως.

error: Content is protected !!